1. “Όταν ήμουν μικρός, είπα στους γονείς μου για μια γυναίκα που αποκαλούσα “Η γυναίκα με τα φιλιά”. Η μαμά μου νόμιζε ότι ήταν κάτι που είχε σκεφτεί ο μπαμπάς μου και ο μπαμπάς μου το αντίστροφο. Τελικά, σκέφτηκαν να ρωτήσουν ο ένας τον άλλο για την ιστορία και κατατρόμαξαν όταν κατάλαβαν ότι κανείς τους δεν είχε σκεφτεί αυτή την ιστορία.
Δεν την θυμάμαι καλά, αλλά θυμάμαι ότι είχε μακριά, σκούρα μαλλιά και φορούσε μακριά φορέματα. Αυτό το μπάνιο ακόμη με κάνει να ανατριχιάζω. Ο λόγος που την ονόμασα “Η γυναίκα με τα φιλιά” είναι επειδή μου έστελνε φιλιά…”
2. “Mου άρεσε πολύ να παίζω με τα τουβλάκια σαν παιδί. Μου άρεσε να φτιάχνω ψηλούς πύργους και να τους χαλάω. Μια φορά, αφού γκρέμισα έναν πύργο, βαρέθηκα και πήγα να ζητήσω από την μαμά μου άδεια να παίξω έξω. Είπε ότι μπορούσα να βγω αφού μάζευα τα τουβλάκια που είχα αφήσει στο πάτωμα.
Πήγα στο δωμάτιο μου, αλλά όταν μπήκα είδα τον αδερφό μου, ο οποίος ήταν μερικά χρόνια μικρότερος μου, να μαζεύει τα τουβλάκια για μένα. Είχε ανάψει τα φώτα και ήταν πολύ αφοσιωμένος σ’αυτό που έκανε. Πήγα και είπα στην μαμά μου και της είπα ότι ο αδερφός μου τα μάζευε και με κοίταξε, μετά κοίταξε έξω για μια στιγμή και είπε, ‘Ο αδερφός σου είναι έξω και παίζει’.
Πήγα πίσω στο δωμάτιο μου και είδα ότι δεν ήταν κανείς, το φως ήταν σβηστό και τα τουβλάκια ήταν ακόμα σκορπισμένα στο πάτωμα.”
3. “Πάσχω από παράλυση ύπνου από τα 14 μου. Αν δεν γνωρίζετε τι είναι, είναι μια αίσθηση του να μην μπορείς να κουνηθείς (συνήθως στο κρεβάτι) και να έχεις πλήρη συναίσθηση. Κατά την διάρκεια πολλών επεισοδίων, άκουσα κάτι σαν να έμπαινε κάποιος στο δωμάτιο μου, μετά με αγκάλιαζε μέχρι που πονούσε η πλάτη μου.
Προσπαθούσα να χαλαρώσω, αλλά ό,τι κι αν ήταν αυτό θύμωνε και μου γρύλιζε. Όταν τελικά κατάφερνα να κουνηθώ, ανατρίχιαζα σε όλο το σώμα και πονούσα πολύ. Ακόμα παθαίνω παράλυση στον ύπνο, αλλά ποτέ δεν είχα ξανά παρόμοια εμπειρία. Δεν θα καταλάβω ποτέ τι ήταν αυτό.”
4. “Το περασμένο Σαββατοκύριακο ξύπνησα στην μέση της νύχτας, γιατί ο σκύλος μου πήδηξε πάνω στο κρεβάτι και άρχισε να γλείφει το πρόσωπο μου και να κλαψουρίζει, όπως όταν παρακαλάει για φαγητό. Τον ρώτησα ‘Τι θες, αγόρι μου;’. Αλλά όταν άναψα την λάμπα μου, ο σκύλος δεν ήταν εκεί. Σηκώθηκα και τον βρήκα να κοιμάται γαλήνια στο κρεβάτι του στην κουζίνα.”
5. “Μερικές βδομάδες πριν, περπατούσαμε με λίγους φίλους και τα παιδιά μας σε μια γνωστή διαδρομή από όπου περνούσαν ράγες τρένου, κοντά στο σπίτι μου. Παραλίγο να πάθουμε ατύχημα καθώς περνούσε το τρένο, αλλά το αφήσαμε πίσω μας γρήγορα. Μερικές βδομάδες μετά, περνούσα από την ίδια περιοχή και έστελνα φωνητικά μηνύματα στους ίδιους φίλους μου, όταν πέρασε το τρένο.
Άκουσα ξανά το μήνυμα για να βεβαιωθώ ότι ακουγόμουν μέσα σε όλη την φασαρία και άκουσα καθαρά την φωνή ενός αγοριού να φωνάξει προειδοποιητικά μια στιγμή πριν ακουστεί το σφύριγμα του τρένου. Δεν ήταν σίγουρα κανείς στον δρόμο μαζί μου.”
6. “Αφότου γέννησα το τρίτο παιδί του, τα πράγματα στην αρχή ήταν καλά… μέχρι που έγινε 3 εβδομάδων και άρχισε να κάνει εμετό κάθε φορά που τον τάιζα με γάλα. Τον πήγα στον γιατρό, ο οποίος του έδωσε φάρμακα για να ελέγξουμε το πρόβλημα.”
“Εκείνο το βράδυ ήμουν πολύ ανήσυχη για να με πάρει ο ύπνος.
Γύρω στις 2 τα μεσάνυχτα αποφάσισα να εκμεταλλευτώ την αϋπνία μου για να βάλω πλυντήριο. Ξαφνικά, άκουσα τον ήχο παιδιών να κλαίνε, αλλά το μωρό ήταν στην κούνια του στο δωμάτιο και τα άλλα παιδιά μου κοιμόνταν ήσυχα στα δωμάτια τους. Έμεινα για μια στιγμή στον διάδρομο και άρχισα να ακούω ένα διαφορετικό είδος κλάματος από το πίσω μέρος το σαλονιού.
Ακουγόταν σαν μια μεγαλύτερη γυναίκα να κλαίει, γεμάτη στεναχώρια και απελπισία. Είχα παραλύσει από τον φόβο, αλλά κάτι μέσα μου μου είπε να πάω το νεογέννητο μου στο νοσοκομείο. Έτσι, στις 4 τον πήγα στο νοσοκομείο, κάναμε μερικές εξετάσεις και μας είπαν ότι έπρεπε να πάμε σε άλλο νοσοκομείο για επείγουσα εγχείρηση στομάχου.
Ο γιατρό μου είπε ότι αν είχαμε αργήσει, πιθανόν να τον χάναμε. Ακόμα δεν είμαι σίγουρη τι συνέβη, αλλά η μητέρα μου επιμένει ότι ήταν ένας φύλακας άγγελος που με προειδοποιούσε.”
7. “Όταν έμενα στην Κίνα, έμπλεξα σε έναν πολύ άγριο καβγά με το άτομο με το οποίο έβγαινα εκείνη την περίοδο. Έφυγα από το διαμέρισμα που μοιραζόμασταν και πήγα σε έναν ναό στην κορυφή ενός κοντινού βουνού. Η θέα από τον ναό ήταν απίστευτα όμορη και πήγαινα εκεί συχνά για να καθαρίσω το μυαλό μου.
Κουλουριάστηκα σε ένα παλιό, ξύλινο παγκάκι και έκλαψα μέχρι που αποκοιμήθηκα. Ο ύπνος μου διακόπηκε από κάποιον που πλησίαζε και τον ένιωσα να κάθεται στην άκρη από το ίδιο παγκάκι που καθόμουν. Σηκώθηκα ζητώντας συγγνώμη που αποκοιμήθηκα, αλλά δεν ήταν κανείς μαζί μου.
Το είπα σε μερικούς Κινέζους φίλους μου και μου είπαν ότι κανείς δεν επισκέπτεται τον ναό γι’αυτόν ακριβώς τον λόγο.”
8. “Πρόσφατα ξύπνησα στην μέση της νύχτας και το σπίτι ήταν ήσυχο. Οι σκύλοι είχαν αποκοιμηθεί και δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί είχα ξυπνήσει τόσο απότομα. Κοίταξα γύρω μου και είδα κάτι σαν ανθρώπινη σιλουέτα να στέκεται πάνω από το κρεβάτι μου. Αλλά αντί να είναι κατάμαυρη, ήταν φτιαγμένη από χιλιάδες μικρές μαύρες βούλες που κουνιόνταν και μετακινούνταν.
Ανοιγόκλεισα τα μάτια μπερδεμένος, αλλά η μορφή συνέχισε να κουνιέται στο δωμάτιο. Λίγες στιγμές αργότερα, έπιασα το κινητό μου και με το που άνοιξα τον φακό, η σιλουέτα εξαφανίστηκε. Μέχρι σήμερα δεν έχω ιδέα τι με επισκέφτηκε, αλλά θυμάμαι να κοιτάζω το κινητό μου και να βλέπω την ώρα. Ήταν 2:46 π.μ.”
9. “Το σπίτι των παππούδων μου δεν είναι πολύ μεγάλο… εκτός από τις αυλές. Η μία στο πίσω μέρος του σπιτιού είχε ακόμη και ένα μικρό θερμοκήπιο όπου καλλιεργούσαν τα δικά τους λαχανικά. Πίσω από το σπίτι ήταν ένα χωράφι με αγαυή φυτά το οποίο περιποιόταν ο παππούς μου και στο πίσω μέρος του χωραφιού ήταν μια παλιά τουαλέτα που έριχνε νερά στο ποτάμι.
Μια φορά, καθώς έπαιζα με τα ξαδέρφια και τα αδέρφια μου στο χωράφι, αποφάσισα να πάω στην παλιά αυτή τουαλέτα. Η πόρτα δεν έκλεινε καλά, γι’αυτό χρειάστηκα δύο ξαδέρφια μου να μου κρατάνε την πόρτα όσο ήμουν στην τουαλέτα. Μετά από μερικά δευτερόλεπτα, άκουσα μια ανατριχιαστική κραυγή και τον ήχο όλων των ξαδερφιών μου να τρέχουν μακριά από την τουαλέτα.
Προσπάθησα να ανοίξω την πόρτα και να τρέξω, αλλά είχε κολλήσει, παρ’όλο που δεν είχε κλειδαριά. Η φωνή συνέχισε να διαπερνά τον αέρα και ανατρίχιασα ολόκληρος. Έσπρωξα και χτύπησα την πόρτα, χωρίς καθόλου τύχη. Νόμιζα ότι θα πέθαινα σε αυτή την παλιά τουαλέτα.”
“Όταν τελικά άνοιξε η πόρτα, έτρεξα έξω και κάλυψα τη απόσταση από το χωράφι μέχρι την αυλή σε δευτερόλεπτα. Όλοι με περίμεναν, ήταν χλωμοί και έκλαιγαν. Η κραυγή είχε σβήσει, αλλά όταν κοιτάξαμε το χωράφι, είδαμε μια λευκή μορφή με το σώμα γυναίκα να περνά πάνω από το ποτάμι πίσω από την παλιά τουαλέτα, ακολουθώντας την ροή του ποταμού.”
“Ο παππούς μας αργότερα μας είπε ότι ήταν η ‘Γυναίκα που φωνάζει’ και ότι την είχε δει και ακούσει ξανά. Μας προειδοποίησε να μην την αφήσουμε να μας ξαναδεί, γιατί αν την βλέπαμε ποτέ από κοντά, θα πεθαίναμε από τον φόβο. Δεν ξαναπαίξαμε στα χωράφια του ποτέ.”
10. “Όταν ήμουν 16, η οικογένεια μου κι εγώ καθόμασταν στο τραπέζι και τελειώναμε το φαγητό μας. Αποφάσισα να σηκωθώ και να πάω να δω τηλεόραση μόνος μου. Καθώς ανέβαινα την σκάλα, ένιωσα ένα μεγάλο, άγριο χέρι να με τραβάει από τον αστράγαλο και γλίστρησα και έπεσα από την σκάλα.
Ο πατέρας μου ήρθε τρέχοντας ακούγοντας τις κραυγές μου και αφού κοίταξε σε όλο το σπίτι, δεν βρήκε κανέναν που θα μπορούσε να με είχε αρπάξει. Ήμουν ανήσυχος και πήγα στο δωμάτιο μου. Κοίταξα έξω από το παράθυρο στον δρόμο μπροστά από το σπίτι. Στην γωνία ήταν μια νεαρή γυναίκα με άσπρη ρόμπα.
Είχε μακριά σγουρά μαλλιά και δεν φαινόταν να έχει χέρια. Αντί γι’αυτό, απλά αιωρούνταν στο πεζοδρόμιο. Φώναξα τρομοκρατημένος και η αδερφή μου μπήκε στο δωμάτιο μου, λέγοντας ότι την είχε δει κι εκείνη. Και οι δύο πέσαμε για ύπνο κλαίγοντας. 12 χρόνια μετά ακόμα ανεβαίνω τρέχοντας τις σκάλες.”
11. “Είχαμε μετακομίσει αρκετές φορές μέχρι να μείνουμε σε ένα μέρος μόνιμα με την οικογένεια μου. Ένα από τα σπίτια που έμεινα είχε δύο ορόφους και είχα ολόκληρο τον κάτω όροφο για μένα. Ένα βράδυ, ο σκύλος μου άρχισε να γαβγίζει και έτρεξε στο δωμάτιο μου. Γάβγιζε προς την πόρτα, αλλά δεν πήγαινε κοντά της.
Σηκώθηκα, έλεγξα την πόρτα, αλλά δεν είχα τίποτα και έπεσα για ύπνο αφού ηρέμησα τον σκύλο μου. Μετά από λίγο, ξύπνησα νιώθοντας άβολα χωρίς προφανή λόγο. Μαζεύτηκα σαν μπάλα και προσπάθησα να ξαναπέσω για ύπνο αλλά ήμουν ανήσυχος γιατί ένιωθα κάποιον να με αγκαλιάζει από πίσω.
Δεν μπορούσα να κουνηθώ ή να φωνάξω, γι’αυτό απλά έκλεισα τα μάτια μου σφιχτά και είπα κάθε προσευχή που μπορούσα να θυμηθώ μέχρι που ξανάπεσα για ύπνο. Δεν κατάλαβα ποτέ ποιος ή τι με αγκάλιαζε εκείνο το βράδυ.”
12. “Μερικές μέρες πριν γεννήσει η ξαδέρφη μου, ο άντρας της έπρεπε να πάει επαγγελματικό ταξίδι, έτσι η αδερφή μου της είπε ότι θα μέναμε μαζί της για να την βοηθήσουμε να φροντίσει τα πράγματα και να της κάνουμε παρέα. Ένα βράδυ, γύρω στις 9 το βράδυ, καθώς βλέπαμε τηλεόραση σε ένα δωμάτιο πάνω, ακούσαμε βήματα από κάτω.
Κάποιος άνοιξε την πόρτα της κουζίνας, μπήκε στο μπάνιο και χτύπησε δυνατά την πόρτα. Υποθέτοντας ότι ο άντρας της ξαδέρφης μας είχε γυρίσει νωρίτερα, πήγαμε κάτω για να τον χαιρετήσουμε, αλλά δεν ήταν κανείς στο σπίτι. Πήγαμε πάλι πάνω, αλλά συνεχίσαμε να ακούμε ήχους από κάτω. Περιμέναμε τρομοκρατημένοι μέχρι που ήρθαν οι γονείς της. Δεν μάθαμε ποτέ ποιος ήταν μαζί μας στο σπίτι εκείνο το βράδυ.”
13. “Ήμουν έτοιμη να κάνω τα μαθήματα μου στην κουζίνα νωρίς ένα πρωί, όταν άκουσα έναν άντρα έξω στο δρόμο να φωνάζει. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι έλεγε, αλλά φαντάστηκα ότι ήταν απλά μεθυσμένος ή τρελός και φώναζε έτσι, γι’αυτό τον αγνόησα. Λίγο πιο μετά άρχισα να ακούω ένα σφύριγμα.
Δεν αναγνώριζα τον ρυθμό, αλλά και πάλι σκέφτηκε ότι ερχόταν από κάποιον στον δρόμο ή από το σπίτι του γείτονα. Χωρίς να δίνω προσοχή, μετά βίας παρατήρησα ότι πλησίαζε όλο και πιο πολύ στο σπίτι μου. Παρατήρησα όμως πότε σταμάτησε ξαφνικά και άκουσα την πόρτα μπροστά από το σπίτι να ανοίγει. Άκουσα βαριές μπότες να ανεβαίνουν τα σκαλιά, αλλά δεν υπήρχε τίποτα.”
“Όλα ήταν και πάλι ήσυχα, έτσι χαλάρωσα και επέστρεψα στο διάβασμα μου. Τότε, χωρίς προειδοποίηση το σφύριγμα συνεχίστηκε, ακουγόταν ακριβώς δίπλα στο αυτί μου. Ήμουν πολύ τρομαγμένη για να κουνηθώ και ένιωσα ένα βαρύ χέρι στο μπράτσο μου καθώς συνεχιζόταν το σφύριγμα.
Όταν τελικά συνήλθα, φώναξα τον πατέρα μου, ο οποίος ήρθε τρέχοντας. Βρήκαμε την μπροστινή πόρτα ανοιχτή, που είναι παράξενο γιατί ποτέ δεν έμενε ανοιχτή και ίχνη ζώων στα μπροστινά σκαλιά.”
“Δεν έχω ξανακούσει αυτό το σφύριγμα, αλλά ακόμα νιώθω το χέρι στο μπράτσο μου. Κάθε φορά που γυρίζω προς τα εκεί, νιώθω ότι θα δω ένα χέρι να με αρπάζει, ακόμα κι αν ξέρω ότι αυτό που μου συνέβη δεν ήταν αληθινό.”
ΠΗΓΗ: fanpage.gr